Επίθετο στα σουηδικά

Μετάφραση: επίθετο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
efternamn, adjektiv, adjektivet, adjective, adjektiv som
Επίθετο στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίθετο

επίθετο ενεργός, επίθετο πολύς ασκήσεις, επίθετο στα αγγλικά, επίθετο πολύς-πολλή-πολύ, επίθετο γραμματική, επίθετο λεξικό γλώσσας σουηδικά, επίθετο στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • επίδραση στα σουηδικά - inflytande, effekt, verkan, effekten, inverkan
  • επίθεση στα σουηδικά - anfall, angripa, anfalla, angrepp, överfalla, attack, attacken, ...
  • επίκαιρος στα σουηδικά - läglig, topisk, aktuell, aktuella, lokal, topikal
  • επίκληση στα σουηδικά - invokation, åkallan, anrop, anrops, åberopande
Τυχαίες λέξεις
Επίθετο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: efternamn, adjektiv, adjektivet, adjective, adjektiv som