Επίθετο στα ουκρανικά
Μετάφραση: επίθετο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прізвище, прикметник, прізвисько, прилагательное, іменник
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίθετο
επίθετο ενεργός, επίθετο πολύς ασκήσεις, επίθετο στα αγγλικά, επίθετο πολύς-πολλή-πολύ, επίθετο γραμματική, επίθετο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επίθετο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επίδραση στα ουκρανικά - нащадок, ефект
- επίθεση στα ουκρανικά - наступ, образливий, цькувати, штурм, наступальний, нападати, напад, ...
- επίκαιρος στα ουκρανικά - сприятливий, актуальний, актуальне, життєвий, життєвого, життєвої
- επίκληση στα ουκρανικά - запрошення, виклик, дзвінок
Τυχαίες λέξεις
Επίθετο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: прізвище, прикметник, прізвисько, прилагательное, іменник
Μεταφράσεις: прізвище, прикметник, прізвисько, прилагательное, іменник