Επίθετο στα ρουμανικά
Μετάφραση: επίθετο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
adjectiv, adjective, adjectivul, calificativul
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίθετο
επίθετο ενεργός, επίθετο πολύς ασκήσεις, επίθετο στα αγγλικά, επίθετο πολύς-πολλή-πολύ, επίθετο γραμματική, επίθετο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, επίθετο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- επίδραση στα ρουμανικά - efect, vigoare, efect de, efecte, sens
- επίθεση στα ρουμανικά - asalt, viol, atac, ataca, atac pe, atac de, atacul, ...
- επίκαιρος στα ρουμανικά - topic, topică, actualitate, locală, de actualitate
- επίκληση στα ρουμανικά - invocare, invocarea, de invocare, invocație, invocatie
Τυχαίες λέξεις
Επίθετο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: adjectiv, adjective, adjectivul, calificativul
Μεταφράσεις: adjectiv, adjective, adjectivul, calificativul