Μεραρχία στα ισπανικά
Μετάφραση: μεραρχία, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
división, compartimiento, partición, división de, la división, la división de, reparto
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεραρχία
μεραρχία εντελβάις, μεραρχία τζούλια, μεραρχία κρητών, μεραρχία ρόδου, μεραρχία acqui, μεραρχία λεξικό γλώσσας ισπανικά, μεραρχία στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- μερίδα στα ισπανικά - parte, lote, porción, ración, pieza, etapa, racionar, ...
- μερίδιο στα ισπανικά - papel, apartar, contribución, dividir, separar, porción, parte, ...
- μεριά στα ισπανικά - orilla, borde, parte, lado, cuesta, lateral, banda, ...
- μερικοί στα ισπανικά - alguno, cierto, algunos, algunas, algún, algo
Τυχαίες λέξεις
Μεραρχία στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: división, compartimiento, partición, división de, la división, la división de, reparto
Μεταφράσεις: división, compartimiento, partición, división de, la división, la división de, reparto