Μεραρχία στα ιταλικά
Μετάφραση: μεραρχία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
divisione, spartizione, serie, ripartizione, la divisione, suddivisione, divisione di
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεραρχία
μεραρχία εντελβάις, μεραρχία τζούλια, μεραρχία κρητών, μεραρχία ρόδου, μεραρχία acqui, μεραρχία λεξικό γλώσσας ιταλικά, μεραρχία στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- μερίδα στα ιταλικά - razione, porzione, razionare, quota, parte, porzione di, parte di
- μερίδιο στα ιταλικά - funzione, separare, parte, contributo, ruolo, quota, sezione, ...
- μεριά στα ιταλικά - sponda, lato, pendice, fianco, pendio, parte, laterale, ...
- μερικοί στα ιταλικά - alquanti, uno, qualche, alcuno, alcuni, certo, circa
Τυχαίες λέξεις
Μεραρχία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: divisione, spartizione, serie, ripartizione, la divisione, suddivisione, divisione di
Μεταφράσεις: divisione, spartizione, serie, ripartizione, la divisione, suddivisione, divisione di