Μεραρχία στα σουηδικά
Μετάφραση: μεραρχία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
uppdelning, division, divisionen, uppdelningen, delning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεραρχία
μεραρχία εντελβάις, μεραρχία τζούλια, μεραρχία κρητών, μεραρχία ρόδου, μεραρχία acqui, μεραρχία λεξικό γλώσσας σουηδικά, μεραρχία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μερίδα στα σουηδικά - portion, ranson, del, parti, delen, partiet
- μερίδιο στα σουηδικά - part, del, aktie, andel, Share, andelen
- μεριά στα σουηδικά - backe, sida, sidan, sido
- μερικοί στα σουηδικά - någon, några, vissa, del, en del
Τυχαίες λέξεις
Μεραρχία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: uppdelning, division, divisionen, uppdelningen, delning
Μεταφράσεις: uppdelning, division, divisionen, uppdelningen, delning