Οριστικά στα ισπανικά
Μετάφραση: οριστικά, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
definitivamente, sin duda, duda
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οριστικά
οριστικά αποτελέσματα οαεδ, οριστικά αποτελέσματα εεταα 2013, οριστικά αποτελέσματα εσπα, οριστικά αποτελέσματα εκλογών 2012, οριστικά αποτελέσματα παιδικών σταθμών εεταα 2013, οριστικά λεξικό γλώσσας ισπανικά, οριστικά στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- οριοθετώ στα ισπανικά - acotar, delimitar, delimitan, delimitación, de delimitar
- ορισμός στα ισπανικά - definición, cita, nombramiento, designación, definiciones, definiciones en, de definiciones, ...
- οριστικός στα ισπανικά - expreso, definido, definitivo, definitiva, definitivos, definitivas, definitivamente
- ορκίζομαι στα ισπανικά - jurar, blasfemar, juro, jure, jura, juran
Τυχαίες λέξεις
Οριστικά στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: definitivamente, sin duda, duda
Μεταφράσεις: definitivamente, sin duda, duda