Οριστικά στα ουκρανικά

Μετάφραση: οριστικά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
напевне, напевно, визначено, виразно, безумовно, точно, безперечно
Οριστικά στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οριστικά

οριστικά αποτελέσματα οαεδ, οριστικά αποτελέσματα εεταα 2013, οριστικά αποτελέσματα εσπα, οριστικά αποτελέσματα εκλογών 2012, οριστικά αποτελέσματα παιδικών σταθμών εεταα 2013, οριστικά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οριστικά στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • οριοθετώ στα ουκρανικά - розмежуйте, визначати межі, визначити межі
  • ορισμός στα ουκρανικά - посада, означення, чіткість, визначення, призначання, меблі, дефініція, ...
  • οριστικός στα ουκρανικά - влучний, точний, визначений, ясний, певний, остаточний, остаточну, ...
  • ορκίζομαι στα ουκρανικά - клястися, незмінний, присягнутися, вірний, присягати, присягатися, заприсягається, ...
Τυχαίες λέξεις
Οριστικά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: напевне, напевно, визначено, виразно, безумовно, точно, безперечно