Δασολογία στα ιταλικά
Μετάφραση: δασολογία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
silvicoltura, forestale, forestali, la silvicoltura, selvicultura
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δασολογία
δασολογία ορεστιάδας, μεταπτυχιακό δασολογία, δασολογία και διαχείριση φυσικών πόρων, δασολογία απθ, δασολογία λεξικό γλώσσας ιταλικά, δασολογία στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- δασμολόγιο στα ιταλικά - tariffa, dazio, tariffario, tariffaria, tariffe, tariffarie
- δασοκομία στα ιταλικά - silvicoltura, forestale, forestali, la silvicoltura, selvicultura
- δασοφύλακας στα ιταλικά - guardia forestale, Ranger, Esploratore, ranger del, guardia
- δασύς στα ιταλικά - ispido, arruffato, shaggy, irsuto, ispidi
Τυχαίες λέξεις
Δασολογία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: silvicoltura, forestale, forestali, la silvicoltura, selvicultura
Μεταφράσεις: silvicoltura, forestale, forestali, la silvicoltura, selvicultura