Δασολογία στα τούρκικα
Μετάφραση: δασολογία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ormancılık, ormancılığın, Orman, Ormancilik, Forestry
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δασολογία
δασολογία ορεστιάδας, μεταπτυχιακό δασολογία, δασολογία και διαχείριση φυσικών πόρων, δασολογία απθ, δασολογία λεξικό γλώσσας τούρκικα, δασολογία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- δασμολόγιο στα τούρκικα - tarife, tarifesi, gümrük, bir tarife
- δασοκομία στα τούρκικα - ormancılık, ormancılığın, Orman, Ormancilik, Forestry
- δασοφύλακας στα τούρκικα - korucu, ranger, korucusu, bekçisi
- δασύς στα τούρκικα - kabarık, kaba tüylü, shaggy, tüylü
Τυχαίες λέξεις
Δασολογία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ormancılık, ormancılığın, Orman, Ormancilik, Forestry
Μεταφράσεις: ormancılık, ormancılığın, Orman, Ormancilik, Forestry