Επισκοπή στα ιταλικά
Μετάφραση: επισκοπή, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
diocesi, diocesi di
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισκοπή
επισκοπή ηράκλειο, επισκοπή ρωγών, επισκοπή νάουσας, επισκοπή ηράκλειο 70008, επισκοπή ημαθίας, επισκοπή λεξικό γλώσσας ιταλικά, επισκοπή στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- επισκευή στα ιταλικά - riparazione, aggiustare, restauro, accomodare, di riparazione, la riparazione, riparazioni, ...
- επισκιάζω στα ιταλικά - nano, eclissare, offuscare, oscurare, mettere in ombra, in ombra
- επισκόπηση στα ιταλικά - sagoma, profilo, sondaggio, indagine, un'indagine, studio, dell'indagine
- επισπεύδω στα ιταλικά - velocità, marcia, accelerare, precipitoso, frettoloso, volare, affrettarsi, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισκοπή στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: diocesi, diocesi di
Μεταφράσεις: diocesi, diocesi di