Επισκοπή στα τούρκικα
Μετάφραση: επισκοπή, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
piskoposluk bölgesi, piskoposluk, piskoposluk merkezi, diocese, bir piskoposluk merkeziydi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισκοπή
επισκοπή ηράκλειο, επισκοπή ρωγών, επισκοπή νάουσας, επισκοπή ηράκλειο 70008, επισκοπή ημαθίας, επισκοπή λεξικό γλώσσας τούρκικα, επισκοπή στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επισκευή στα τούρκικα - onarım, onarmak, tamir, tamiri, onarımı, bakım
- επισκιάζω στα τούρκικα - cüce, gölgede bırakmak, parlamak, gölgede, gölgede bırakırlar, öne çıkmak
- επισκόπηση στα τούρκικα - profil, anket, araştırma, anketi, araştırması, inceleme
- επισπεύδω στα τούρκικα - çabukluk, hızlandırmak, tortu, hız, yağış, sürat, tizlik, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισκοπή στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: piskoposluk bölgesi, piskoposluk, piskoposluk merkezi, diocese, bir piskoposluk merkeziydi
Μεταφράσεις: piskoposluk bölgesi, piskoposluk, piskoposluk merkezi, diocese, bir piskoposluk merkeziydi