Κατολίσθηση στα ιταλικά

Μετάφραση: κατολίσθηση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
smottamento, scorrevole, scorrevoli, scorrimento, di scorrimento, scivolare
Κατολίσθηση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατολίσθηση

κατολίσθηση αφγανιστάν, κατολίσθηση στη σαντορίνη, κατολίσθηση ουάσιγκτον, κατολίσθηση στις ηπα, κατολίσθηση στο αφγανιστάν, κατολίσθηση λεξικό γλώσσας ιταλικά, κατολίσθηση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κατοικημένος στα ιταλικά - residenziale, residenziali, residenziali in, Abitazioni, Abitare
  • κατοικώ στα ιταλικά - dimorare, abitare, stare, vivere, vivo, vivono, vivere la
  • κατορθώνω στα ιταλικά - ottenere, pervenire, raggiungere, realizzare, conseguire, compiere, mettere sopra, ...
  • κατοχή στα ιταλικά - occupazione, possesso, lavoro, mestiere, proprietà, mansione, professione, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατολίσθηση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: smottamento, scorrevole, scorrevoli, scorrimento, di scorrimento, scivolare