Κατολίσθηση στα λετονικά

Μετάφραση: κατολίσθηση, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nogruvums, bīdāmās, bīdāmo, bīdāmas, slīdēšanu, bīdāmie
Κατολίσθηση στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατολίσθηση

κατολίσθηση αφγανιστάν, κατολίσθηση στη σαντορίνη, κατολίσθηση ουάσιγκτον, κατολίσθηση στις ηπα, κατολίσθηση στο αφγανιστάν, κατολίσθηση λεξικό γλώσσας λετονικά, κατολίσθηση στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • κατοικημένος στα λετονικά - dzīvojamo ēku, dzīvojamo, dzīvojamā, dzīvojamās, dzīvojamais
  • κατοικώ στα λετονικά - dzīvot, dzīvo, dzīvojam, dzīvojat, dzīvoju
  • κατορθώνω στα λετονικά - veikt, gūt, sasniegt, iegūt, likts, likt, nodot, ...
  • κατοχή στα λετονικά - darbs, nodarbošanās, valdījums, valdījumā, īpašums, turēšana īpašumā, valdījumu
Τυχαίες λέξεις
Κατολίσθηση στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: nogruvums, bīdāmās, bīdāmo, bīdāmas, slīdēšanu, bīdāmie