Πλειστηριασμός στα ιταλικά

Μετάφραση: πλειστηριασμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
asta, licitazione, vendita all'asta, all'asta, aste, dell'asta
Πλειστηριασμός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλειστηριασμός

πλειστηριασμός ακινήτου διαδικασία, πλειστηριασμός αυθαιρέτου, πλειστηριασμός αριθμού εγγραφής οχήματος, πλειστηριασμός ακινήτου, πλειστηριασμός τράπεζας κύπρου, πλειστηριασμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, πλειστηριασμός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • πλατύσκαλο στα ιταλικά - pianerottolo, atterraggio, sbarco, di atterraggio, di destinazione
  • πλειονότητα στα ιταλικά - maggioranza, maggior parte, maggior, a maggioranza, parte
  • πλεξούδα στα ιταλικά - treccia, filo, Strand, filamento, filone, trefolo
  • πλεονάζων στα ιταλικά - ridondante, ridondanti, licenziati, ridondato, superfluo
Τυχαίες λέξεις
Πλειστηριασμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: asta, licitazione, vendita all'asta, all'asta, aste, dell'asta