Πλειστηριασμός στα πολωνικά

Μετάφραση: πλειστηριασμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
licytować, przetarg, aukcja, licytacja, aukcji, aukcjach
Πλειστηριασμός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλειστηριασμός

πλειστηριασμός ακινήτου διαδικασία, πλειστηριασμός αυθαιρέτου, πλειστηριασμός αριθμού εγγραφής οχήματος, πλειστηριασμός ακινήτου, πλειστηριασμός τράπεζας κύπρου, πλειστηριασμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, πλειστηριασμός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • πλατύσκαλο στα πολωνικά - spocznik, półpiętro, podest, zeskok, lądowanie, desant, wyładunek, ...
  • πλειονότητα στα πολωνικά - pełnoletniość, gros, większość, większości
  • πλεξούδα στα πολωνικά - kucyk, warkoczyk, warkocz, pasmo, żyła, włókno, Strand, ...
  • πλεονάζων στα πολωνικά - niepotrzebny, nadmiarowy, rezerwowy, nadmierny, nadliczbowy, zbyteczny, redundancyjny, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλειστηριασμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: licytować, przetarg, aukcja, licytacja, aukcji, aukcjach