Στερεοτυπία στα ιταλικά

Μετάφραση: στερεοτυπία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
stereotipo, stereotipi, stereotype, stereotipata, stereotipo del
Στερεοτυπία στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στερεοτυπία

στερεοτυπία λεξικό γλώσσας ιταλικά, στερεοτυπία στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • στενόχωρος στα ιταλικά - scomodo, disagio, a disagio, scomoda, scomodi
  • στερέωση στα ιταλικά - fissazione, fissaggio, di fissazione, la fissazione, di fissaggio
  • στερεοτυπώ στα ιταλικά - stereotipo, stereotipi, stereotype, stereotipata, stereotipo del
  • στερεός στα ιταλικά - compatto, sostanziale, forte, massiccio, importante, consistente, fermo, ...
Τυχαίες λέξεις
Στερεοτυπία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: stereotipo, stereotipi, stereotype, stereotipata, stereotipo del