Στερεοτυπία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: στερεοτυπία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estereótipo, estereótipo de, estereotipo, stereotype, estereótipos
Στερεοτυπία στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στερεοτυπία

στερεοτυπία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στερεοτυπία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • στενόχωρος στα πορτογαλικά - desconfortável, Saibam, desconfortáveis, incômodo, incômoda
  • στερέωση στα πορτογαλικά - fixação, de fixação, a fixação, fixação de, fixação do
  • στερεοτυπώ στα πορτογαλικά - estereótipo, estereótipo de, estereotipo, stereotype, estereótipos
  • στερεός στα πορτογαλικά - rijo, forte, constante, contínuo, unicamente, firme, sólido, ...
Τυχαίες λέξεις
Στερεοτυπία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: estereótipo, estereótipo de, estereotipo, stereotype, estereótipos