Στερεοτυπία στα φινλανδικά
Μετάφραση: στερεοτυπία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
stereotyyppi, stereotypia, stereotypian, stereotyyppinen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στερεοτυπία
στερεοτυπία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, στερεοτυπία στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- στενόχωρος στα φινλανδικά - ahdas, epämiellyttävä, epämukava, epämukavaksi, epämukavalta, epämukavaa
- στερέωση στα φινλανδικά - korjaus, määritys, korjaustyö, kiinnittäminen, fiksaatio, kiinnitys, tallennuksen, ...
- στερεοτυπώ στα φινλανδικά - stereotyyppi, stereotypia, stereotypian, stereotyyppinen
- στερεός στα φινλανδικά - olennainen, aatelinen, tukeva, aikamoinen, jalo, horjumaton, ylhäinen, ...
Τυχαίες λέξεις
Στερεοτυπία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: stereotyyppi, stereotypia, stereotypian, stereotyyppinen
Μεταφράσεις: stereotyyppi, stereotypia, stereotypian, stereotyyppinen