Στερεοτυπία στα σουηδικά
Μετάφραση: στερεοτυπία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stereotyp, stereotypen, stereotypa, stereotyper, stereotypa bilden
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στερεοτυπία
στερεοτυπία λεξικό γλώσσας σουηδικά, στερεοτυπία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στενόχωρος στα σουηδικά - obekväma, obekväm, obehagligt, obekvämt, obehaglig
- στερέωση στα σουηδικά - fixering, fixerings, fixeringen, fixation
- στερεοτυπώ στα σουηδικά - stereotyp, stereotypen, stereotypa, stereotyper, stereotypa bilden
- στερεός στα σουηδικά - säker, massiv, gedigen, fast, stadig, solid, kraftig, ...
Τυχαίες λέξεις
Στερεοτυπία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: stereotyp, stereotypen, stereotypa, stereotyper, stereotypa bilden
Μεταφράσεις: stereotyp, stereotypen, stereotypa, stereotyper, stereotypa bilden