Στερεοτυπία στα πολωνικά

Μετάφραση: στερεοτυπία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
stereotyp, stereotypem, stereotypu, stereotypy
Στερεοτυπία στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στερεοτυπία

στερεοτυπία λεξικό γλώσσας πολωνικά, στερεοτυπία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • στενόχωρος στα πολωνικά - nabity, ciasny, niewygodny, zakłopotany, niewygodne, nieswojo, się nieswojo
  • στερέωση στα πολωνικά - utwierdzanie, zamek, pasek, zapadka, połączenie, złącze, sznur, ...
  • στερεοτυπώ στα πολωνικά - stereotyp, stereotypem, stereotypu, stereotypy
  • στερεός στα πολωνικά - ważny, spory, solidny, pożywny, pokaźny, stały, konkretny, ...
Τυχαίες λέξεις
Στερεοτυπία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: stereotyp, stereotypem, stereotypu, stereotypy