Τρωκτικό στα ιταλικά

Μετάφραση: τρωκτικό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
roditore, roditori, Rodent, dei roditori, di roditori
Τρωκτικό στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρωκτικό

τρωκτικό ειδήσεις, τρωκτικό blog μενεγακη, τρωκτικό ζώο, τρωκτικό .γρ, τρωκτικό δημοσκοπήσεις, τρωκτικό λεξικό γλώσσας ιταλικά, τρωκτικό στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • τρυφερός στα ιταλικά - amorevole, delicato, sensibile, tenero, offerta, dolce, amare, ...
  • τρυφερότητα στα ιταλικά - affezione, affetto, amore, tenerezza, la tenerezza, di tenerezza, dolorabilità, ...
  • τρόμος στα ιταλικά - spavento, timore, sbigottimento, terrore, sgomento, costernazione, paura, ...
  • τρόμπα στα ιταλικά - pompare, pompa, pompa di, della pompa, pompe, pompa a
Τυχαίες λέξεις
Τρωκτικό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: roditore, roditori, Rodent, dei roditori, di roditori