Τρωκτικό στα ρουμανικά

Μετάφραση: τρωκτικό, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rozător, rozătoare, rozătoarelor, rozatoare, de rozătoare
Τρωκτικό στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρωκτικό

τρωκτικό ειδήσεις, τρωκτικό blog μενεγακη, τρωκτικό ζώο, τρωκτικό .γρ, τρωκτικό δημοσκοπήσεις, τρωκτικό λεξικό γλώσσας ρουμανικά, τρωκτικό στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • τρυφερός στα ρουμανικά - ofertă, afectuos, sensibil, iubitor, iubitoare, iubi, iubitori, ...
  • τρυφερότητα στα ρουμανικά - afecţiune, sensibilitate, tandrețe, tandrete, duioșie, tandrețea
  • τρόμος στα ρουμανικά - teroare, frică, tremur, tremor, tremurături, tremorul, tremorului
  • τρόμπα στα ρουμανικά - pompă, inimă, pompa, pompei, pompa de, pompă de
Τυχαίες λέξεις
Τρωκτικό στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: rozător, rozătoare, rozătoarelor, rozatoare, de rozătoare