Τρωκτικό στα λιθουανικά

Μετάφραση: τρωκτικό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
graužikas, graužikų, graužikais, graužikai, lyties graužikais
Τρωκτικό στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρωκτικό

τρωκτικό ειδήσεις, τρωκτικό blog μενεγακη, τρωκτικό ζώο, τρωκτικό .γρ, τρωκτικό δημοσκοπήσεις, τρωκτικό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τρωκτικό στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • τρυφερός στα λιθουανικά - jautrus, meilus, mylintis, loving, mylėti, myli, meilės
  • τρυφερότητα στα λιθουανικά - švelnumas, jautrumas, skausmingumas, švelnumo, minkštumas
  • τρόμος στα λιθουανικά - išgąstis, baisumas, baimė, drebulys, tremoras, drebėjimas, tremorą, ...
  • τρόμπα στα λιθουανικά - pompa, siurblys, pumpuoti, širdis, siurblio, siurblį, siurblių
Τυχαίες λέξεις
Τρωκτικό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: graužikas, graužikų, graužikais, graužikai, lyties graužikais