Εμβάθυνση στα κροατικά
Μετάφραση: εμβάθυνση, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
produbljavanje, produbljivanje, produbljivanja, produbljivanju, produbljuje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβάθυνση
εμβάθυνση στο ουσιαστικό ποινικό δίκαιο, εμβάθυνση συνώνυμο, εμβάθυνση στον προγραμματισμό με τη γλώσσα c, εμβάθυνση english, εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ένωσης, εμβάθυνση λεξικό γλώσσας κροατικά, εμβάθυνση στα κροατικά
Μεταφράσεις
- εμένα στα κροατικά - meni, mene, mi, me, ja
- εμαγιέ στα κροατικά - gleđ, emajl, cakline, caklinu, caklina, emajlirani
- εμβέλεια στα κροατικά - gađati, dolet, preći, srediti, nailaziti, dometom, opseg, ...
- εμβολίζω στα κροατικά - ovan, embolizirati
Τυχαίες λέξεις
Εμβάθυνση στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: produbljavanje, produbljivanje, produbljivanja, produbljivanju, produbljuje
Μεταφράσεις: produbljavanje, produbljivanje, produbljivanja, produbljivanju, produbljuje