Εμβάθυνση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εμβάθυνση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aprofundamento, aprofundando, o aprofundamento, aprofundar, aprofundamento da
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβάθυνση
εμβάθυνση στο ουσιαστικό ποινικό δίκαιο, εμβάθυνση συνώνυμο, εμβάθυνση στον προγραμματισμό με τη γλώσσα c, εμβάθυνση english, εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ένωσης, εμβάθυνση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εμβάθυνση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εμένα στα πορτογαλικά - talvez, me, mim, eu, comigo
- εμαγιέ στα πορτογαλικά - capacitar, esmalte, do esmalte, de esmalte, o esmalte, esmalte de
- εμβέλεια στα πορτογαλικά - fogão, forno, alcance, fogões, série, variedade, variação, ...
- εμβολίζω στα πορτογαλικά - embolizou, embolização, embolizaram, embolizadas, embolizado
Τυχαίες λέξεις
Εμβάθυνση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: aprofundamento, aprofundando, o aprofundamento, aprofundar, aprofundamento da
Μεταφράσεις: aprofundamento, aprofundando, o aprofundamento, aprofundar, aprofundamento da