Εμβάθυνση στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εμβάθυνση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
продлабочување, продлабочувањето, продлабочува, продлабочување на, продлабочувањето на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβάθυνση
εμβάθυνση στο ουσιαστικό ποινικό δίκαιο, εμβάθυνση συνώνυμο, εμβάθυνση στον προγραμματισμό με τη γλώσσα c, εμβάθυνση english, εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ένωσης, εμβάθυνση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εμβάθυνση στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εμένα στα σλαβομακεδονικά - мејн, мене, ме, ми, ми да
- εμαγιέ στα σλαβομακεδονικά - емајл, глеѓ, емајлот, глеѓта, емајлирани
- εμβέλεια στα σλαβομακεδονικά - опсег, број, спектар, опсегот, палета
- εμβολίζω στα σλαβομακεδονικά - embolized
Τυχαίες λέξεις
Εμβάθυνση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: продлабочување, продлабочувањето, продлабочува, продлабочување на, продлабочувањето на
Μεταφράσεις: продлабочување, продлабочувањето, продлабочува, продлабочување на, продлабочувањето на