Ενστικτώδης στα κροατικά

Μετάφραση: ενστικτώδης, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
instinktivan, nagonski, instinktivno, instinktivna, instinktivni
Ενστικτώδης στα κροατικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενστικτώδης

ενστικτώδης συμπεριφορά, ενστικτώδης λεξικό γλώσσας κροατικά, ενστικτώδης στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • ενσταλάζω στα κροατικά - ubrizgati, uliti, sipati, ulijeva, ulijevaju
  • ενστικτωδώς στα κροατικά - nagonski, instinktivno, je instinktivno, instiktivno, instinctively
  • ενσωματώνω στα κροατικά - ugraditi, usaditi, objedinjen, uložiti, ukopavati, pripojiti, uključiti, ...
  • εντάσσω στα κροατικά - uvojačiti, učlaniti, I, Ja, sam, mi, ću
Τυχαίες λέξεις
Ενστικτώδης στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: instinktivan, nagonski, instinktivno, instinktivna, instinktivni