Ενστικτώδης στα τούρκικα

Μετάφραση: ενστικτώδης, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
içgüdüsel, içgüdüsel bir, içgüdüsel olarak, iç güdüsel
Ενστικτώδης στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενστικτώδης

ενστικτώδης συμπεριφορά, ενστικτώδης λεξικό γλώσσας τούρκικα, ενστικτώδης στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ενσταλάζω στα τούρκικα - demlemek, aşılamak, demlenmeye, demlemeye, infuse
  • ενστικτωδώς στα τούρκικα - içgüdüsel, içgüdüsel olarak, içgüdüsel bir
  • ενσωματώνω στα τούρκικα - kapsamak, cisimlendirmek, somutlaştırmak, temsil, cisimleştirmek, somutlaştıran
  • εντάσσω στα τούρκικα - Eklemeyi, arasında şunlar yer alır, şunlar yer alır, aşağıdakiler dahildir, dâhil ettiğim
Τυχαίες λέξεις
Ενστικτώδης στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: içgüdüsel, içgüdüsel bir, içgüdüsel olarak, iç güdüsel