Ενστικτώδης στα ρουμανικά

Μετάφραση: ενστικτώδης, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
instinctiv, instinctivă, instinctiva, instinctive, instinct
Ενστικτώδης στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενστικτώδης

ενστικτώδης συμπεριφορά, ενστικτώδης λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ενστικτώδης στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • ενσταλάζω στα ρουμανικά - infuza, infuzeze, insufla, infuzat, se infuzeze
  • ενστικτωδώς στα ρουμανικά - instinctiv, mod instinctiv, instinct, din instinct
  • ενσωματώνω στα ρουμανικά - conţine, întruchipa, întruchipează, întruchipeze, intruchipeaza, încorporează
  • εντάσσω στα ρουμανικά - I includ, să includ, I includ pe, includ, am inclus
Τυχαίες λέξεις
Ενστικτώδης στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: instinctiv, instinctivă, instinctiva, instinctive, instinct