Οργισμένος στα κροατικά

Μετάφραση: οργισμένος, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ljutit, srdit, jedak, žestoki, divalj, razdražen, ljut, gnjevan, bijesan, Gnjevljiv, nije bijesan
Οργισμένος στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οργισμένος

οργισμένος λεξικό γλώσσας κροατικά, οργισμένος στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • οργανικός στα κροατικά - organska, životni, organski, Organska, Organsku, organske, organsko
  • οργιά στα κροατικά - hvat, dokučiti, mjeriti dubinu, fatom, proniknuti
  • οργωτής στα κροατικά - orač, orgotis
  • οργώνω στα κροατικά - plug, brazdati, ralo, orati, parati, sjeći, oranica
Τυχαίες λέξεις
Οργισμένος στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: ljutit, srdit, jedak, žestoki, divalj, razdražen, ljut, gnjevan, bijesan, Gnjevljiv, nije bijesan