Οργισμένος στα νορβηγικά
Μετάφραση: οργισμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rasende, vrede, vred, wrathful, være vred
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργισμένος
οργισμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, οργισμένος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- οργανικός στα νορβηγικά - organisk, organiske, økologisk, økologiske, biologisk
- οργιά στα νορβηγικά - favn, lodde, Fathom, favne, begriper
- οργωτής στα νορβηγικά - orgotis
- οργώνω στα νορβηγικά - pløye, plog, plogen, plough
Τυχαίες λέξεις
Οργισμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: rasende, vrede, vred, wrathful, være vred
Μεταφράσεις: rasende, vrede, vred, wrathful, være vred