Διένεξη στα λατινικά
Μετάφραση: διένεξη, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
altercatio, disputatio, litigo, certo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διένεξη
διένεξη διευθύνσεων ip, διένεξη ετυμολογία, διένεξη βικιλεξικο, διένεξη ορισμός, διένεξη αντωνυμο, διένεξη λεξικό γλώσσας λατινικά, διένεξη στα λατινικά
Μεταφράσεις
- διέπω στα λατινικά - moderor, rego
Τυχαίες λέξεις
Διένεξη στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: altercatio, disputatio, litigo, certo
Μεταφράσεις: altercatio, disputatio, litigo, certo