Διένεξη στα ρουμανικά
Μετάφραση: διένεξη, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
conflict, dispută, disputa, litigiu, litigiilor, a litigiilor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διένεξη
διένεξη διευθύνσεων ip, διένεξη ετυμολογία, διένεξη βικιλεξικο, διένεξη ορισμός, διένεξη αντωνυμο, διένεξη λεξικό γλώσσας ρουμανικά, διένεξη στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- διάψευση στα ρουμανικά - negare, negarea, refuzul, refuz, denial
- διέγερση στα ρουμανικά - agitaţie, stimul, stimulare, stimularea, de stimulare, stimulării, stimulare a
- διέξοδος στα ρουμανικά - vulcan, priză, evacuare, ieșire, de evacuare, de ieșire
- διέπω στα ρουμανικά - diepo
Τυχαίες λέξεις
Διένεξη στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: conflict, dispută, disputa, litigiu, litigiilor, a litigiilor
Μεταφράσεις: conflict, dispută, disputa, litigiu, litigiilor, a litigiilor