Διένεξη στα λετονικά

Μετάφραση: διένεξη, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
strīds, konflikts, strīdēties, ķildoties, nesaskaņa, strīdu, strīda, domstarpības, domstarpību
Διένεξη στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διένεξη

διένεξη διευθύνσεων ip, διένεξη ετυμολογία, διένεξη βικιλεξικο, διένεξη ορισμός, διένεξη αντωνυμο, διένεξη λεξικό γλώσσας λετονικά, διένεξη στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • διάψευση στα λετονικά - noliegšana, noliegums, atteikums, atteikumu, atteikšanas
  • διέγερση στα λετονικά - stimulācija, stimulēšana, stimulācijas, stimulāciju, stimulēšanu
  • διέξοδος στα λετονικά - vulkāns, izeja, kontaktligzda, noieta, noieta tirgus, izvads
  • διέπω στα λετονικά - vadīt, pārvaldīt, diepo
Τυχαίες λέξεις
Διένεξη στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: strīds, konflikts, strīdēties, ķildoties, nesaskaņa, strīdu, strīda, domstarpības, domstarpību