Διένεξη στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διένεξη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спрэчка, спрэчку, спорт, спор, спрэчкі
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διένεξη
διένεξη διευθύνσεων ip, διένεξη ετυμολογία, διένεξη βικιλεξικο, διένεξη ορισμός, διένεξη αντωνυμο, διένεξη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διένεξη στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διάψευση στα λευκορωσικά - адмова, адмову, адмаўленне
- διέγερση στα λευκορωσικά - стымуляцыя
- διέξοδος στα λευκορωσικά - выхад, выйсце, вынахад
- διέπω στα λευκορωσικά - diepo
Τυχαίες λέξεις
Διένεξη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: спрэчка, спрэчку, спорт, спор, спрэчкі
Μεταφράσεις: спрэчка, спрэчку, спорт, спор, спрэчкі