Διένεξη στα ουγγρικά

Μετάφραση: διένεξη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vitatkozás, vita, jogvita, vitában, vitát, vitatott
Διένεξη στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διένεξη

διένεξη διευθύνσεων ip, διένεξη ετυμολογία, διένεξη βικιλεξικο, διένεξη ορισμός, διένεξη αντωνυμο, διένεξη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διένεξη στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διάψευση στα ουγγρικά - megcáfolás, tagadás, megtagadása, tagadása, megtagadását, tagadását
  • διέγερση στα ουγγρικά - ösztökélés, serkentés, stimuláció, ingerlés, stimulációs, stimulálása, stimulálás
  • διέξοδος στα ουγγρικά - vulkántorok, vulkáncsatorna, gyújtónyílás, robbantólyuk, erély, furulyalyuk, gyújtólyuk, ...
  • διέπω στα ουγγρικά - diepo
Τυχαίες λέξεις
Διένεξη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vitatkozás, vita, jogvita, vitában, vitát, vitatott