Δανεισμός στα λετονικά
Μετάφραση: δανεισμός, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizdevums, aizņēmums, aizņemties, aizdot, aizņemšanās, aizņēmumu, aizņēmumi, aizņēmuma
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δανεισμός
δανεισμός ελλάδας, δανεισμός εργαζομένων, δανεισμός βιβλίων, δανεισμός υπαλλήλου, δανεισμός προσωπικού, δανεισμός λεξικό γλώσσας λετονικά, δανεισμός στα λετονικά
Μεταφράσεις
- δανείζω στα λετονικά - aizņemties, aizdot, sniegt, aizdod, aizdevumus, piešķirtu
- δανειζόμενος στα λετονικά - aizņēmējs, aizņēmējam, aizņēmēja, aizņēmēju, aizdevuma ņēmējs
- δαπάνες στα λετονικά - patēriņš, izmaksas, izdevumi, izmaksām, izmaksu
- δαπάνη στα λετονικά - patēriņš, cena, izdevumi, izdevumu, izdevumus, izmaksas, rēķina
Τυχαίες λέξεις
Δανεισμός στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: aizdevums, aizņēmums, aizņemties, aizdot, aizņemšanās, aizņēmumu, aizņēmumi, aizņēmuma
Μεταφράσεις: aizdevums, aizņēmums, aizņemties, aizdot, aizņemšanās, aizņēmumu, aizņēmumi, aizņēmuma