Αυτόνομος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αυτόνομος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аўтаномны, аўтаномная, аўтаномную
Αυτόνομος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτόνομος

αυτόνομος συνώνυμα, αυτόνομος λέβητας φυσικού αερίου, αυτόνομος πυρανιχνευτής, αυτόνομος μαρξισμός, αυτόνομοσ σταφιδικόσ οργανισμόσ, αυτόνομος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αυτόνομος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αυτόματο στα λευκορωσικά - аўтаматычная, Аўта, Аўтаматычны, аўтаматычнае
  • αυτόν στα λευκορωσικά - яго, яе, ягоных
  • αυτός στα λευκορωσικά - ён
  • αυχένας στα λευκορωσικά - шыя, шыю
Τυχαίες λέξεις
Αυτόνομος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: аўтаномны, аўтаномная, аўтаномную