Βρίζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: βρίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адрыжка, отрыжка, адрыжка з
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρίζω
βρίζω κι εγώ τα έπιπλα όταν σκοντάφτω πάνω τους, βρίζω in english, βρίζω μετάφραση, βρίζω ονειροκρίτης, βρίζω συνωνυμα, βρίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βρίζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- βρέχω στα λευκορωσικά - дождж, надвор'е, праясненнямі, з праясненнямі, Воблачна
- βρήκα στα λευκορωσικά - будаваць, знойдзены, знойдзеную, адшуканы
- βρίθω στα λευκορωσικά - мець шмат, багатыя
- βρίσκομαι στα λευκορωσικά - Я
Τυχαίες λέξεις
Βρίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адрыжка, отрыжка, адрыжка з
Μεταφράσεις: адрыжка, отрыжка, адрыжка з