Βρίζω στα νορβηγικά

Μετάφραση: βρίζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
misbruk, misbruke, oppstøt, rap, gulp
Βρίζω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βρίζω

βρίζω κι εγώ τα έπιπλα όταν σκοντάφτω πάνω τους, βρίζω in english, βρίζω μετάφραση, βρίζω ονειροκρίτης, βρίζω συνωνυμα, βρίζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, βρίζω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • βρέχω στα νορβηγικά - regn, regnet, nedbør, rain
  • βρήκα στα νορβηγικά - grunne, stifte, anlegge, grunnlegge, funnet, fant, syntes, ...
  • βρίθω στα νορβηγικά - florerer, abound, overflod, i overflod
  • βρίσκομαι στα νορβηγικά - være, leve, eksistere, er, am, jeg
Τυχαίες λέξεις
Βρίζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: misbruk, misbruke, oppstøt, rap, gulp