Βρίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: βρίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
smädelse, ovett, missbruk, smäda, rapar, rapa, belch
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρίζω
βρίζω κι εγώ τα έπιπλα όταν σκοντάφτω πάνω τους, βρίζω in english, βρίζω μετάφραση, βρίζω ονειροκρίτης, βρίζω συνωνυμα, βρίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, βρίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- βρέχω στα σουηδικά - regn, regnet, regna, regnar
- βρήκα στα σουηδικά - etablera, grunda, fann, funnit, hittade, hittades, hittat
- βρίθω στα σουηδικά - överflöd, i överflöd, finns i överflöd, vimlar, abound
- βρίσκομαι στα σουηδικά - leva, bli, existera, finnas, vara, är, am, ...
Τυχαίες λέξεις
Βρίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: smädelse, ovett, missbruk, smäda, rapar, rapa, belch
Μεταφράσεις: smädelse, ovett, missbruk, smäda, rapar, rapa, belch