Εγκάρδιος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εγκάρδιος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сардэчны
Εγκάρδιος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκάρδιος

εγκάρδιος συνώνυμο, εγκάρδιος αγγλικά, εγκάρδιος συνώνυμα, εγκάρδιος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εγκάρδιος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εγείρομαι στα λευκορωσικά - рост
  • εγκάθετος στα λευκορωσικά - язык, сядзець, і сядзець
  • εγκέφαλος στα λευκορωσικά - мозг, мазгі, мозгу
  • εγκαθίσταμαι στα λευκορωσικά - ўрэгуляваць, урэгуляваць
Τυχαίες λέξεις
Εγκάρδιος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сардэчны