Εμβέλεια στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εμβέλεια, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дыяпазон
Εμβέλεια στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμβέλεια

εμβέλεια κπε, εμβέλεια wifi, εμβέλεια ετυμολογία, εμβέλεια λεξικό, εμβέλεια στα αγγλικα, εμβέλεια λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εμβέλεια στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εμαγιέ στα λευκορωσικά - эмаль
  • εμβάθυνση στα λευκορωσικά - паглыбленне, паглыбленьне
  • εμβολίζω στα λευκορωσικά - баран, эмболизированы
  • εμβολιάζω στα λευκορωσικά - заварваць, заварываць, запарваць
Τυχαίες λέξεις
Εμβέλεια στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дыяпазон