Εμβέλεια στα νορβηγικά
Μετάφραση: εμβέλεια, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rekkevidde, range, utvalg, område, spekter
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβέλεια
εμβέλεια κπε, εμβέλεια wifi, εμβέλεια ετυμολογία, εμβέλεια λεξικό, εμβέλεια στα αγγλικα, εμβέλεια λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εμβέλεια στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εμαγιέ στα νορβηγικά - emalje, emaljere, glasur, emaljen, emaljerte, emaljert
- εμβάθυνση στα νορβηγικά - utdype, dypere, fordype, å utdype, fordypning
- εμβολίζω στα νορβηγικά - vær, embolisert, emboliseres
- εμβολιάζω στα νορβηγικά - vaksinere, ingrain
Τυχαίες λέξεις
Εμβέλεια στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: rekkevidde, range, utvalg, område, spekter
Μεταφράσεις: rekkevidde, range, utvalg, område, spekter