Εμβέλεια στα σλοβενικά
Μετάφραση: εμβέλεια, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dolet, območje, razpon, obseg, paleta, paleto
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβέλεια
εμβέλεια κπε, εμβέλεια wifi, εμβέλεια ετυμολογία, εμβέλεια λεξικό, εμβέλεια στα αγγλικα, εμβέλεια λεξικό γλώσσας σλοβενικά, εμβέλεια στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- εμαγιέ στα σλοβενικά - glazura, emajl, sklenina, emajla, emajlom, enamel
- εμβάθυνση στα σλοβενικά - poglobitev, poglabljanje, poglabljanju, poglablja, poglabljanja
- εμβολίζω στα σλοβενικά - kozorog, ram, embolized
- εμβολιάζω στα σλοβενικά - Okorio, ingrain
Τυχαίες λέξεις
Εμβέλεια στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: dolet, območje, razpon, obseg, paleta, paleto
Μεταφράσεις: dolet, območje, razpon, obseg, paleta, paleto