Εντολοδόχος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εντολοδόχος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прадстаўнік, прадстаўніца
Εντολοδόχος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντολοδόχος

εντολοδόχος αγγλικά, εντολοδόχος υπεξαίρεση, εντολοδόχος συνωνυμα, εντολοδόχος λεξικο, εντολοδόχος σημασια, εντολοδόχος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εντολοδόχος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εντοιχισμένος στα λευκορωσικά - заглыблены, заглыбленых, заглыбленай, заглыбленыя, заглыбленне
  • εντολή στα λευκορωσικά - каманда
  • εντομή στα λευκορωσικά - разрэз
  • εντομοκτόνο στα λευκορωσικά - інсектыцыд, інсектыцыдамі
Τυχαίες λέξεις
Εντολοδόχος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прадстаўнік, прадстаўніца