Εντολοδόχος στα ουγγρικά
Μετάφραση: εντολοδόχος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
képviselő, reprezentatív, képviselője, képviselőjének, képviseleti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντολοδόχος
εντολοδόχος αγγλικά, εντολοδόχος υπεξαίρεση, εντολοδόχος συνωνυμα, εντολοδόχος λεξικο, εντολοδόχος σημασια, εντολοδόχος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εντολοδόχος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εντοιχισμένος στα ουγγρικά - süllyesztett
- εντολή στα ουγγρικά - lovagrend, megrendelés, vezényszó, csapatok, irányítás, megbízás, szerzetesrend, ...
- εντομή στα ουγγρικά - mámor, árok, metszés, bemetszést, metszést, bemetszése, bemetszés
- εντομοκτόνο στα ουγγρικά - rovarirtó, rovarölő, inszekticid, rovarölő szer, inszekticidet
Τυχαίες λέξεις
Εντολοδόχος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: képviselő, reprezentatív, képviselője, képviselőjének, képviseleti
Μεταφράσεις: képviselő, reprezentatív, képviselője, képviselőjének, képviseleti