Εντολοδόχος στα τούρκικα
Μετάφραση: εντολοδόχος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
temsilci, temsili, için temsili, temsilcisi, temsil
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντολοδόχος
εντολοδόχος αγγλικά, εντολοδόχος υπεξαίρεση, εντολοδόχος συνωνυμα, εντολοδόχος λεξικο, εντολοδόχος σημασια, εντολοδόχος λεξικό γλώσσας τούρκικα, εντολοδόχος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εντοιχισμένος στα τούρκικα - -
- εντολή στα τούρκικα - emir, sipariş, emretmek, kulüp, karar, düzenlemek, dernek, ...
- εντομή στα τούρκικα - oluk, yiv, kesik, insizyon, kesi, insizyonu, bir kesi
- εντομοκτόνο στα τούρκικα - böcek ilacı, insektisit, böcek, böcek öldürücü, insektisittir
Τυχαίες λέξεις
Εντολοδόχος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: temsilci, temsili, için temsili, temsilcisi, temsil
Μεταφράσεις: temsilci, temsili, için temsili, temsilcisi, temsil