Κατηγορούμενος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: κατηγορούμενος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абвінавачваны, абвінавачаны, абвінавачваецца, які абвінавачваецца, абвінавачваемы
Κατηγορούμενος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατηγορούμενος

ονειροκρίτης κατηγορούμενος, δις κατηγορούμενος, κατηγορούμενος συνωνυμο, κατηγορούμενος στα αγγλικά, κατηγορούμενος αγγλικα, κατηγορούμενος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατηγορούμενος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • κατηγορία στα λευκορωσικά - катэгорыя, катэгорыі, катэгорыя ня
  • κατηγορηματικός στα λευκορωσικά - напорысты, настырная, Сур'ёзны, напорыстая, Упарты
  • κατηγορώ στα λευκορωσικά - віна, віны
  • κατηφορίζω στα λευκορωσικά - бераг, каціцца
Τυχαίες λέξεις
Κατηγορούμενος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: абвінавачваны, абвінавачаны, абвінавачваецца, які абвінавачваецца, абвінавачваемы